Παρασκευή 21 Αυγούστου 2015

Ούτε υπάρχει, ούτε δεν υπάρχει. Είναι!


Ο Θεός δεν προσεγγίζεται λογικά. Αν έτσι συνέβαινε, θα Τον ανακάλυπταν οι έξυπνοι, οι μορφωμένοι και οι σοφοί του κόσμου. Συχνά η αλήθεια κρύβεται από τα μάτια «των σοφών και συνετών και αποκαλύπτεται νηπίοις» (Ματθ. ια 25). Υπάρχω σημαίνει βρίσκομαι κάτω από μία αρχή. Εμείς υπάρχουμε γιατί βρισκόμαστε κάτω από Αυτόν. Θεός που αποδεικνύεται πως υπάρχει ή πως δεν υπάρχει, δεν υπάρχει. Ο Θεός είναι· ονομάζεται στην Παλαιά Διαθήκη με αυτό το όνομα: ο Ων. Από το είναι του Θεού απορρέει η ύπαρξη του κόσμου.

Στην Ορθόδοξη παράδοση, αντί να ψάχνουμε αποδείξεις για την ύπαρξη και ουσία του Θεού, αγωνιζόμαστε για την αποκάλυψη της παρουσίας Του στη ζωή μας και για την κοινωνία του προσώπου Του. Όταν κανείς ζει την ευλογία της παρουσίας Του και το μυστήριο της κοινωνίας Του, δεν έχει ανάγκη να απαντήσει στο ερώτημα της ύπαρξής Του. Όλα τα σχετικά ερωτήματα εκφυλίζονται πριν λάβουν την απάντησή τους.

Θα πω κάτι που ίσως λίγο σας δυσκολέψει, αλλά όμως είναι πολύ σημαντικό. Η γνώση μας για τους λόγους των όντων και για το μυστήριο του Θεού είναι πολύ περιορισμένη. Πολύ λίγα γνωρίζουμε, διότι και πολύ λίγα μπορούμε να χωρέσουμε. Αλλά αυτά που κατέχουμε είναι ό,τι μας χρειάζεται. Η ουσία του Θεού είναι αμέθεκτη, ενώ οι άκτιστες ενέργειές Του μεθεκτές. Εμείς δεν γνωρίζουμε ούτε κατανοούμε την ουσία Του, μόνο μυστηριακώς και μυστικώς κοινωνούμε τη φύση Του, γινόμαστε «κοινωνοί θείας φύσεως» (Β’ Πέτρ. α 4). Έτσι ζούμε την αποκάλυψή Του, και τη χάρη και την παρουσία Του.

Είπατε τη λέξη μυστήριο, όπως και τη λέξη αποκάλυψη. Μήπως όλα αυτά είναι λεκτικά επινοήματα για να δικαιολογήσουμε ό,τι μας υπερβαίνει;

Θα το δεχόμουν κάτι τέτοιο αλλάζοντας τη λέξη επινοήματα με τη λέξη εργαλεία. Πράγματι υπάρχει μια αλήθεια που μας υπερβαίνει, όπως και γεγονότα που παραπέμπουν στην υποψία της. Υπάρχουν όμως και αποκαλυπτικές εμπειρίες που την επιβεβαιώνουν. Αυτά είναι τα σημεία ή τα θαυμαστά γεγονότα. Η λέξη λοιπόν μυστήριο περιγράφει κάτι που δεν γίνεται αντιληπτό άμεσα με τις αισθήσεις ούτε προσιτό με τη φυσική ευφυΐα ούτε ερμηνεύεται με τις γνώσεις και τον ορθό λόγο. Δεν είναι κάτι που κατακτάται, αλλά κάτι που χαρίζεται. Για να το δεχθείς πρέπει να σμικρύνεις, να ταπεινωθείς. Είναι στενό το πέρασμα της εισόδου σε αυτό. Γι’ αυτό η Εκκλησία μιλάει πολύ για ταπείνωση.

Μα η ταπείνωση έχει μια αρνητική έννοια. Δεν σημαίνει υποτέλεια, ηττοπάθεια, μειονεξία, χαμήλωμα απαιτήσεων, έλλειμμα ελευθερίας;

Το εντελώς αντίθετο. Το εγώ είναι όπως ο καταρράκτης στο μάτι. Όσο μεγαλύτερος είναι, τόσο περιορίζει την όραση. Το ίδιο συμβαίνει και με το λεγόμενο «οπτικόν της ψυχής», δηλαδή τη δυνατότητα να εισχωρεί κανείς στην αλήθεια των όντων. Ο ταπεινός άνθρωπος είναι σοφός και ελεύθερος, γιατί δεν εμποδίζεται από το εγωιστικό θέλημά του, από την ευαισθησία των δικαιωμάτων του, από την εμπάθεια της γνώμης του. Είναι μικρός, γι’ αυτό περνάει από παντού και χωράει παντού. Η ηττοπάθεια, η μειονεξία και τα άλλα είναι εκφράσεις του εγωισμού. Ο ταπεινός, και στη θέση του τελευταίου να είναι, δεν μειονεκτεί, δεν υποφέρει, δεν συγκρίνεται. Τοποθετείται στον παρονομαστή και χαίρεται τη δόξα των άλλων που βρίσκονται στον αριθμητή, ως δική του δόξα.

Μη μου πείτε ότι δεν είναι υπέροχο κάτι τέτοιο. Είναι σαν τις μαύρες τρύπες στο σύμπαν, που καθώς μικραίνει η ακτίνα τους, αυξάνει υπερβολικά το βαρυτικό πεδίο γύρω τους. Καμπυλώνουν τον χώρο, ακόμη και τις τροχιές των φωτονίων. Αλλοίμονο αν η ταπείνωση δεν είναι ελευθερία. Ο ταπεινός «πάντα ανακρίνει και υπ’ ουδενός ανακρίνεται» (Α’ Κορ. β΄15), όλα τα κατα¬λαβαίνει, και αυτόν δεν τον καταλαβαίνει κανείς. Το καταλαβαίνετε αυτό;


Πηγή: (Νικολάου, Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής, "Αν υπάρχει ζωή θέλω να ζήσω", σ.39-42), Διακόνημα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου